Λεσβιακή Ομάδα Αθήνας- μια εμπειρία διεκδίκηση – Μάιος 2003

 

Λεσβιακή Ομάδα Αθήνας- μια εμπειρία διεκδίκησης

Η ομάδα λεσβιών παρουσιάστηκε στην πόλη της Αθήνας το φθινόπωρο του 2000. Στα σχεδόν τρία χρόνια που κύλησαν από τότε πολλές γυναίκες πέρασαν από το Φεμινιστικό Κέντρο στο οποίο η ομάδα έκανε τις συναντήσεις της- σαν φιλοξενούμενη αρχικά και σαν κομμάτι του κέντρου στη συνέχεια. Οι εβδομαδιαίες συναντήσεις υπήρξαν ο βασικός άξονας συγκρότησης για τη συλλογικότητα που ονομάστηκε λεσβιακή ομάδα αθήνας. Η ανάγκη για συνεύρεση, συζήτηση και δράση ήταν το βασικό αίτημα που συνέδεσε τις πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους γυναίκες που βρέθηκαν στη διεύθυνση της Ερεσού 12. Οι γραμμές που ακολουθούν δε σκοπεύουν να κάνουν μια αναδρομή στα χρόνια αυτά- ή τουλάχιστον όχι ακριβώς. Πρόθεση μας είναι, να μιλήσουμε κυρίως για την εμπειρία της ομάδας ως μια εμπειρία διεκδίκησης στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών και κοινωνικών δεδομένων και μάλιστα για μια εμπειρία διεκδίκησης με θετικό πρόσημο.

Η λεσβιακή ομάδα αθήνας ξεκίνησε να λειτουργεί στη βάση μιας παράδοσης που διαμορφώθηκε μέσα στα χρόνια των περασμένων δεκαετιών από το φεμινιστικό και λεσβιακό κίνημα της δύσης- κινήματα που συνδέθηκαν άμεσα με τα νέα κοινωνικά κινήματα των δεκαετιών του 60 και του 70 και το κίνημα για τα δικαιώματα του πολίτη. Στο πλαίσιο αυτής της παράδοσης οι γυναίκες συναντήθηκαν με στόχο να μοιραστούν την εμπειρία του κοινωνικού τους φύλου και της σεξουαλικής τους επιλογής, που πάσχιζε να χειραφετηθεί από την εξουσιαστική, ανδροκρατούμενη και ετεροφυλόφιλη νόρμα Το σύνθημα το «προσωπικό είναι και πολιτικό» έμελλε να περάσει στη ιστορία σα μια αποκάλυψη των γυναικών που αποφάσισαν να διεκδικήσουν πολιτικό και κοινωνικό χώρο και λόγο, να αναζητήσουν την ταυτότητα/ ταυτότητές τους και να  παλέψουν για δικαιώματα.

Η λεσβιακή ομάδα αθήνας είναι λοιπόν κομμάτι αυτής της ιστορίας. Στο κέντρο της δράσης μπήκε από την αρχή το αίτημα του μοιράσματος της καθημερινής βιωμένης εμπειρίας και της αναζήτησης των πρακτικών που μας κρατούν δέσμιες ενός διπλού αποκλεισμού: εκείνου που αφορά το κοινωνικό φύλο στο οποίο βρεθήκαμε εγγεγραμμένες από τη στιγμή της γέννησής μας και εκείνου που σχεδόν μας εξορίζει σ’ έναν αόρατο χώρο και αφορά τη σεξουαλική μας επιλογή και προσανατολισμό. Συγχρόνως, θελήσαμε να εστιάσουμε στην διαμόρφωση ενός πλαισίου που θα επέτρεπε την παραγωγή ενός κατά το δυνατό κοινού λόγου και μιας αποτελεσματικής δράσης.

Μέσα σε μια τέτοια προβληματική αρχίσαμε να θέτουμε ερωτήματα που συχνά ξεκίναγαν από το μηδέν. Τίποτα δεν θεωρήθηκε αυτονόητο γιατί όλα έπρεπε να ειπωθούν σε μια καινούρια γλώσσα που θα τη φτιάχναμε εμείς. Αυτές οι αναζητήσεις άρχισαν σταδιακά ν’ αποκαλύπτουν ομοιότητες και διαφορές, κοινές μα και ριζικά αντίθετες εμπειρίες και θέσεις. Αν ήμασταν όλες λεσβίες τι ακριβώς σήμαινε αυτό; Ένα πρώτο σημείο το οποίο φάνηκε ν’ αναγνωρίζεται, είναι το βαρύ φορτίο της βίας με το οποίο, μια ομοφοβική κοινωνία, μας έχει χρεώσει. Ένα φορτίο εξοντωτικό και που συχνά, μέσα στο μοναχικό πλαίσιο της ιδιώτευσης, φαντάζει αβάσταχτο. Την ίδια όμως στιγμή που ομολογείται και περιγράφεται αυτή η κακοποίηση, ανακαλύπτουμε ότι υπάρχουν πολλές και διάφορες στρατηγικές επιβίωσης που κάνουν τις ζωές μας εφικτές. Έτσι γίνεται συνειδητή η διαδικασία μετασχηματισμού της καθημερινής κοινωνικής και συναισθηματικής εμπειρίας της καθεμιάς, σε αυτό που θα ονομάζαμε πολιτική εμπειρία, ενώ παράλληλα δημιουργείται εκείνη η συνθήκη που μας κάνει ικανές να παράγουμε έναν δικό μας λόγο για την ύπαρξη και να φανταστούμε κατ’ επέκταση πιθανές δυνατότητες δράσης. Αυτό λοιπόν που αρχικά μοιάζει σαν ένας χώρος εξομολόγησης μοναχικών εμπειριών, μεταμορφώνεται σε μια συλλογική πολιτική αίσθηση του εαυτού. Και αυτό ακριβώς κατοχυρώνεται σα μια διεκδίκηση την οποία κερδίζουμε στο βαθμό που είμαστε ικανές να οργανώσουμε αυτή τη διαδικασία.

Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, η ομάδα προσπάθησε να βάλει τις βάσεις μιας συζήτησης που θα διερευνούσε, εξετάζοντας τη σχέση μας με τον κόσμο, την ταυτότητα ή τις πιθανές ταυτότητες των ομοφυλόφιλων γυναικών ή αλλιώς των γυναικών που κάνουν μια σεξουαλική επιλογή που δεν συμμορφώνεται με το κυρίαρχο πρότυπο. Σ’ αυτό το πλαίσιο θελήσαμε να προσεγγίσουμε ζητήματα όπως η σχέση μας με την οικογένεια, αυτή που μας έθρεψε και αυτή που θα θέλαμε να δημιουργήσουμε, με τη σεξουαλικότητά μας, με τους εργασιακούς χώρους, με τη θρησκεία και την εκκλησία, με την πολιτική δράση και τον ακτιβισμό, με τους πολιτικούς χώρους που δουλεύουν ενάντια στον σεξισμό, το ρατσισμό, την ταξική εκμετάλλευση, τον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτό που αναδύθηκε δεν είναι φυσικά μια ομοιογενής ταυτότητα που να καλύπτει όλες τις γυναίκες που αυτοονομάζονται λεσβίες ή ομοφυλόφιλες. Όμως μπορέσαμε να ψηλαφίσουμε τα στοιχεία εκείνα, που κατασκευάζουν το πολυσύνθετο δεδομένο που είναι η ταυτότητά μας και, ακόμη περισσότερο, να προχωρήσουμε προς την κατεύθυνση της πολιτικοποίησης αυτής της ταυτότητας. Η αναγκαιότητα να δώσουμε πολιτική διάσταση στον τρόπο που βιώνουμε τις ταυτότητές μας δεν δημιουργήθηκε αυτόματα και ούτε είναι μια υπόθεση που έχει κλείσει. Ξανά και ξανά στρέφουμε τη συζήτηση σε ζητήματα που θέτουν ερωτήματα και προσπαθούμε ν’ ανοίξουμε μονοπάτια, που θα μας φέρουν πιο κοντά σε μια απελευθερωτική προοπτική. Δίνεται χώρος και φωνή σε κάθε γυναίκα που παίρνει μια θέση στον κύκλο της ομάδας και αυτή είναι μια ακόμη διεκδίκηση που παλεύουμε να κατοχυρώσουμε.

Ο τρίτος άξονας αφορά το μείζον θέμα της συγκρότησης μιας δράσης που θα εκφράζει αγωνίες, ανάγκες, πολιτικά αιτήματα για κοινωνικά και θεσμικά δικαιώματα και θα κατασκευάζει τις γέφυρές μας με τον «έξω» κόσμο και τελικά θα μας κάνει ορατές. Το πρόβλημα της ορατότητας αποτέλεσε ένα σημείο αιχμής για το ομοφυλόφιλο κίνημα από την αρχή της εμφάνισής του. Η ομοφυλόφιλη ταυτότητα και κάθε ταυτότητα που αρνιέται ή υπερβαίνει την καταναγκαστική ετεροφυλοφιλία καταδικάζεται με συμβολικούς και κυριολεκτικούς τρόπους στην ανυπαρξία. Το πρόβλημα της επιλογής μιας δράσης, που δεν θα μας στέλνει ανυπεράσπιστα θύματα, τροφή στο ομοφοβικό τέρας που τρέφει η ίδια η κοινωνία μας, αλλά που συγχρόνως θα διεκδικεί όλο και περισσότερο την ισότιμη θέση μας στο κοινωνικό μωσαικό, είναι ένα μεγάλο ζητούμενο. Η ομάδα προσπάθησε και προσπαθεί να δυναμώσει καθεμιά μας, έτσι ώστε, το συλλογικό μας πρόσωπο, να μπορέσει ν’ αντιμετωπίσει το στίγμα που φέρει ο ομοφυλόφιλος στο πλαίσιο της κυρίαρχης κουλτούρας. Συγχρόνως παλεύουμε να δημιουργήσουμε δεσμούς με όλα εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας που θα συμμαχήσουν μαζί μας σε μια κοινή δράση για την ανατροπή των εξουσιαστικών και εκμεταλλευτικών δομών.

Η πρόταση που βρίσκεται πίσω από αυτή την εμπειρία διεκδίκησης που αποτελεί, για εμάς που συμμετέχουμε σε αυτήν, ετούτη η ομάδα, συνοψίζεται στα εξής:

Να μπορέσουμε να κατασκευάσουμε και οχυρώσουμε τις δυνατότητες δημιουργίας διεκδικητικών πλαισίων λόγου και δράσης, που θα απογυμνώνουν τον ετεροσεξισμό και την ομοφοβία της κοινωνίας μας.

Να αυτο-οργανώσουμε εγχειρήματα τέτοια μέσα σε μία κοινότητα (ή πολλές) που θα υπερβαίνουν τις συμβατικές πρακτικές που τείνουν να μας ενσωματώσουν σαν την κατηγορία «οι διαφορετικές με το δικαίωμα στη διαφορά».

Να δώσουμε νέο νόημα και δύναμη στη συλλογική μας εμπειρία, έτσι ώστε να δημιουργήσουμε συλλογικότητες, πολιτικές/κοινωνικές, σε μια εποχή που τα πάντα υπονομεύουν το μέλλον και το παρόν μας ως συνειδητοποιημένα πολιτικά υποκείμενα.

Και ίσως πάνω απ’ όλα να διεκδικήσουμε τη δυνατότητά μας να συναντηθούμε, για να σπάσουμε, με το λόγο και τη δράση μας, τα κλουβιά που είναι σήμερα για τις ζωές μας, οι εξουσιαστικές, δήθεν φυσιολογικές, κατηγορίες του κοινωνικού φύλου και της σεξουαλικής επιλογής.

Λεσβιακή ομάδα αθήνας
Μάιος 2003

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...